Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πολυγηθής
πολυδαίδαλος
πολυδάκρυος
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
πολυδειράς
πολυδένδρεος
πολύδεσμος
πολυδίψιος
πολύδωρος
πολύζυγος
πολυηγερής
πολυήρατος
πολυηχής
πολυθαρσής
πολυϊδρείη
πολύϊδρις
πολύϊππος
πολυκαγκής
πολύκαρπος
πολυκερδείη
View word page
πολύζυγος

-ον

[πολυ-, πολύς + ζυγόν.]

ShortDef

many-benched

Debugging

Headword:
πολύζυγος
Headword (normalized):
πολύζυγος
Headword (normalized/stripped):
πολυζυγος
IDX:
7888
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7889
Key:

Data

{'content': '<p>-ον</p> <p>[πολυ-, πολύς + ζυγόν.]</p>'}