Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πολυβενθής
πολύβουλος
πολυβούτης
πολυγηθής
πολυδαίδαλος
πολυδάκρυος
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
πολυδειράς
πολυδένδρεος
πολύδεσμος
πολυδίψιος
πολύδωρος
πολύζυγος
πολυηγερής
πολυήρατος
πολυηχής
πολυθαρσής
πολυϊδρείη
πολύϊδρις
πολύϊππος
View word page
πολύδεσμος

-ον

[πολυ-, πολύς + δεσμός.]

ShortDef

fastened with many bonds

Debugging

Headword:
πολύδεσμος
Headword (normalized):
πολύδεσμος
Headword (normalized/stripped):
πολυδεσμος
IDX:
7885
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7886
Key:

Data

{'content': '<p>-ον</p> <p>[πολυ-, πολύς + δεσμός.]</p>'}