Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πολύαινος
πολυάιξ
πολυανθής
πολυάρητος
πολύαρνι
πολυβενθής
πολύβουλος
πολυβούτης
πολυγηθής
πολυδαίδαλος
πολυδάκρυος
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
πολυδειράς
πολυδένδρεος
πολύδεσμος
πολυδίψιος
πολύδωρος
πολύζυγος
πολυηγερής
πολυήρατος
View word page
πολυδάκρυος

-ον

[πολυ-, πολύς + δάκρυον.]

=πολύδακρυς.: μάχης Il. 17.192.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολυδάκρυος
Headword (normalized):
πολυδάκρυος
Headword (normalized/stripped):
πολυδακρυος
IDX:
7880
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7881
Key:

Data

{'content': '<p>-ον</p> <p>[πολυ-, πολύς + δάκρυον.]</p> <p>=πολύδακρυς.: μάχης Il. 17.192.</p>'}