Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πολλάκις
πολύς
πολύαινος
πολυάιξ
πολυανθής
πολυάρητος
πολύαρνι
πολυβενθής
πολύβουλος
πολυβούτης
πολυγηθής
πολυδαίδαλος
πολυδάκρυος
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
πολυδειράς
πολυδένδρεος
πολύδεσμος
πολυδίψιος
πολύδωρος
πολύζυγος
View word page
πολυγηθής

[πολυ-, πολύς + γηθέω.]

ShortDef

much-cheering, delightful, gladsome

Debugging

Headword:
πολυγηθής
Headword (normalized):
πολυγηθής
Headword (normalized/stripped):
πολυγηθης
IDX:
7878
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7879
Key:

Data

{'content': '<p>[πολυ-, πολύς + γηθέω.]</p>'}