Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πολιτης
πολλάκις
πολύς
πολύαινος
πολυάιξ
πολυανθής
πολυάρητος
πολύαρνι
πολυβενθής
πολύβουλος
πολυβούτης
πολυγηθής
πολυδαίδαλος
πολυδάκρυος
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
πολυδειράς
πολυδένδρεος
πολύδεσμος
πολυδίψιος
πολύδωρος
View word page
πολυβούτης

[πολυ-, πολύς + βοῦς.]

ShortDef

rich in oxen

Debugging

Headword:
πολυβούτης
Headword (normalized):
πολυβούτης
Headword (normalized/stripped):
πολυβουτης
IDX:
7877
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7878
Key:

Data

{'content': '<p>[πολυ-, πολύς + βοῦς.]</p>'}