Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πολέος
πόλεος
πολέσ̔σ̓ι
πολεύω
πόληος
πόλιες
πολίζω
πολιήτης
πόλινδε
πολιοκρόταφος
πολιός
πόλιος
πόλις
πολιτης
πολλάκις
πολύς
πολύαινος
πολυάιξ
πολυανθής
πολυάρητος
πολύαρνι
View word page
πολιός

-ή, -όν, also -ός, -όν.

ShortDef

gray, grizzled, grisly

Debugging

Headword:
πολιός
Headword (normalized):
πολιός
Headword (normalized/stripped):
πολιος
IDX:
7864
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7865
Key:

Data

{'content': '<p>-ή, -όν, also -ός, -όν.</p>'}