Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πολεμήϊος
πολεμίζω
πολεμιστής
πόλεμόνδε
πόλεμος
πολέος
πόλεος
πολέσ̔σ̓ι
πολεύω
πόληος
πόλιες
πολίζω
πολιήτης
πόλινδε
πολιοκρόταφος
πολιός
πόλιος
πόλις
πολιτης
πολλάκις
πολύς
View word page
πόλιες

nom. pl. πόλις.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πόλιες
Headword (normalized):
πόλιες
Headword (normalized/stripped):
πολιες
IDX:
7859
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7860
Key:

Data

{'content': '<p>nom. pl. πόλις.</p>'}