Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ποίη
ποιήεις
ποιητός
ποικίλλω
ποίκιλμα
ποικιλομήτης
ποικίλος
ποιμαίνω
ποιμήν
ποίμνη
ποιμνήϊος
ποινή
ποῖος
ποιπνύω
πόκος
πολέες
πολεῖς
πόλεις
πολεμήϊος
πολεμίζω
πολεμιστής
View word page
ποιμνήϊος
[ποίμνη.]
ShortDef
of a flock
Debugging
Headword:
ποιμνήϊος
Headword (normalized):
ποιμνήϊος
Headword (normalized/stripped):
ποιμνηιος
IDX:
7841
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7842
Key:
Data
{'content': '<p>[ποίμνη.]</p>'}