Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
πλήθω
πληκτίζομαι
πλήμνη
πλημυρίς
πλήν
πλῆντο
πλῆντο
πλῆξα
πλήξιππος
πλῆσε
πλησίος
πλησίστιος
πλήσσω
πλῆτο
πλῆτο
πλίσσομαι
πλόκαμος
πλόος
πλοῦτος
πλοχμός
πλυνός
View word page
πλησίος
-η, -ον
[πέλας.]
ShortDef
near, close to
Debugging
Headword:
πλησίος
Headword (normalized):
πλησίος
Headword (normalized/stripped):
πλησιος
IDX:
7799
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7800
Key:
Data
{'content': '<p>-η, -ον</p> <p>[πέλας.]</p>'}