Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
πλείω
πλείων
πλεκτός
πλέκω
πλέος
πλευρά
πλευραί
πλέω
πλέων
πληγή
πλήγη
πλῆθος
πληθύς
πλήθω
πληκτίζομαι
πλήμνη
πλημυρίς
πλήν
πλῆντο
πλῆντο
πλῆξα
View word page
πλήγη
3 sing. aor. pass. πλήσσω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πλήγη
Headword (normalized):
πλήγη
Headword (normalized/stripped):
πληγη
IDX:
7786
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7787
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. pass. πλήσσω.</p>'}