Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
πίτυς
πιφαύσκω
πιών
πίων
πλαγκτός
πλαγκτοσύνη
πλάζω
πλανάομαι
πλατάνιστος
πλατύς
πλέες
πλεῖος
πλεῖστος
πλείω
πλείων
πλεκτός
πλέκω
πλέος
πλευρά
πλευραί
πλέω
View word page
πλέες
nom. pl. See πλείων.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πλέες
Headword (normalized):
πλέες
Headword (normalized/stripped):
πλεες
IDX:
7773
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7774
Key:
Data
{'content': '<p>nom. pl. See πλείων.</p>'}