Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
πίπτω
πῖσος
πίσσα
πιστός
πιστόω
πίσυνος
τέσσαρες
πίτνημι
πίτυς
πιφαύσκω
πιών
πίων
πλαγκτός
πλαγκτοσύνη
πλάζω
πλανάομαι
πλατάνιστος
πλατύς
πλέες
πλεῖος
πλεῖστος
View word page
πιών
aor. pple. πίνω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πιών
Headword (normalized):
πιών
Headword (normalized/stripped):
πιων
IDX:
7765
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7766
Key:
Data
{'content': '<p>aor. pple. πίνω.</p>'}