Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
πῆχυς
πῖαρ
πῖδαξ
πιδήεις
πίε
πιέειν
πιέζω
πιεῖν
πίειρα
πιεσθείς
πίῃ
πιθήσας
πιθόμην
πίθος
πικρόγαμος
πικρός
πίλναμαι
πῖλος
πιμπλάνω
πίμπλημι
πίναξ
View word page
πίῃ
3 sing. aor. subj. πίνω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πίῃ
Headword (normalized):
πίῃ
Headword (normalized/stripped):
πιη
IDX:
7739
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7740
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. subj. πίνω.</p>'}