Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

περισθενέω
περίσκεπτος
περισσαίνω
περισσείω
περισταδόν
περιστάθη
περισταῖεν
περιστείλασα
περιστείχω
περιστέλλω
περιστεναχίζομαι
περιστένω
περιστέφω
περίστησαν
περιστήσαντο
περιστήωσι
περιστρέφω
περισχόμεθα
περιτάμνω
περιτέλλομαι
περιτίθημι
View word page
περιστεναχίζομαι

[περι- 1.]

To resound or re-echo about.

With dat. : δῶμα περιστεναχίζεται αὐλῆ Od. 10.10. Cf. Od. 23.146.

ShortDef

to echo all round

Debugging

Headword:
περιστεναχίζομαι
Headword (normalized):
περιστεναχίζομαι
Headword (normalized/stripped):
περιστεναχιζομαι
IDX:
7634
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7635
Key:

Data

{'content': '<p>[περι- 1.]</p> <p>To resound or re-echo about.</p> <p>With dat. : δῶμα περιστεναχίζεται αὐλῆ Od. 10.10. Cf. Od. 23.146.</p>'}