Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
περιρρηδής
περίρρυτος
περισθενέω
περίσκεπτος
περισσαίνω
περισσείω
περισταδόν
περιστάθη
περισταῖεν
περιστείλασα
περιστείχω
περιστέλλω
περιστεναχίζομαι
περιστένω
περιστέφω
περίστησαν
περιστήσαντο
περιστήωσι
περιστρέφω
περισχόμεθα
περιτάμνω
View word page
περιστείχω
[περι- 2.]
2 sing. aor. περίστειξας.
ShortDef
to go round about
Debugging
Headword:
περιστείχω
Headword (normalized):
περιστείχω
Headword (normalized/stripped):
περιστειχω
IDX:
7632
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7633
Key:
Data
{'content': '<p>[περι- 2.]</p> <p>2 sing. aor. περίστειξας.</p>'}