Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
περιναιέται
περιναιετάω
περιξεστός
περίοιδα
περιπέλομαι
περιπευκής
περιπλέκω
περιπληθής
περιπλόμενος
περιπρό
περιπροχέω
περιρρέω
περιρρηδής
περίρρυτος
περισθενέω
περίσκεπτος
περισσαίνω
περισσείω
περισταδόν
περιστάθη
περισταῖεν
View word page
περιπροχέω
[περι- 1 + προ- 1.]
Aor. pple. pass. περιπροχυθείς.
ShortDef
pouring in a flood over
Debugging
Headword:
περιπροχέω
Headword (normalized):
περιπροχέω
Headword (normalized/stripped):
περιπροχεω
IDX:
7620
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7621
Key:
Data
{'content': '<p>[περι- 1 + προ- 1.]</p> <p>Aor. pple. pass. περιπροχυθείς.</p>'}