Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

περιδύνω
περιδώμεθον
περιδώσομαι
περίειμι
περιέχω
περιῄδη
περιηχέω
περιθεῖεν
περιίδμεναι
περιίστημι
περικαλλής
περίκειμαι
περικήδω
περίκηλος
περικλυτός
περικτίονες
περικτίται
περιμαιμάω
περίμετρος
περιμήκετος
περιμήκης
View word page
περικαλλής

-ές

[περι- 6 + κάλλος.]

(Like καλός often used merely as a more or less conventional epithet.)

ShortDef

very beautiful

Debugging

Headword:
περικαλλής
Headword (normalized):
περικαλλής
Headword (normalized/stripped):
περικαλλης
IDX:
7598
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7599
Key:

Data

{'content': '<p>-ές</p> <p>[περι- 6 + κάλλος.]</p> <p>(Like καλός often used merely as a more or less conventional epithet.)</p>'}