Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
περάτη
περάω
περάω
πέρην
πέρησε
πέρθω
περί
περιάγνυμι
περιβαίνω
περιβάλλω
περίβη
περιγίγνομαι
περιγλαγής
περιγνάμπτω
περιδείδια
περιδέξιος
περιδίδωμι
περίδραμον
περίδρομος
περιδρύπτω
περιδύνω
View word page
περίβη
3 sing. aor. περιβαίνω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
περίβη
Headword (normalized):
περίβη
Headword (normalized/stripped):
περιβη
IDX:
7578
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7579
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. περιβαίνω.</p>'}