Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀγκάζομαι
ἀγκαλίς
ἀγκάς
ἄγκιστρον
ἀγκλίνας
ἀγκοίνη
ἄγκος
ἀγκρεμάννυμι
ἀγκυλομήτης
ἀγκύλος
ἀγκυλότοξος
ἀγκυλοχείλης
ἀγκών
ἀγλαΐζομαι
ἀγλαΐη
ἀγλαόκαρπος
ἀγλαός
ἀγνοέω
ἁγνός
ἄγνυμι
ἀγνώς
View word page
ἀγκυλότοξος
[ἀγκύλος + τόξον.]
ShortDef
with curved bow
Debugging
Headword:
ἀγκυλότοξος
Headword (normalized):
ἀγκυλότοξος
Headword (normalized/stripped):
αγκυλοτοξος
IDX:
74
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.75
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀγκύλος + τόξον.]</p>'}