Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀνακόπτω
ἀνακράζω
ἀνακτόριος
ἀνακυμβαλιάζω
ἀναλκείη
ἄναλκις
ἄναλτος
ἀναλύω
ἀναμαιμἀω
ἀναμάσσω
ἀναμένω
ἀναμετρέω
ἀναμιμνήσκω
ἀναμίμνω
ἀναμίσγω
ἀναμορμύρω
ἀνανεύω
ἄναντα
ἄναξ
ἀνάξει
ἀνάξομεν
View word page
ἀναμένω
[ἀνά- 6.]
Aor. ἀνέμεινα.
ShortDef
to wait for, await
Debugging
Headword:
ἀναμένω
Headword (normalized):
ἀναμένω
Headword (normalized/stripped):
αναμενω
IDX:
743
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.744
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀνά- 6.]</p> <p>Aor. ἀνέμεινα.</p>'}