Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
παρίημι
παρίστημι
παρίσχω
παριών
παρκατέλεκτο
παρμέμβλωκε
παρμένω
πάροιθε
παροίτερος
παροίχομαι
πάρος
παρπεπιθών
παρστάς
παρτιθεῖ
παρφάσθαι
πάρφασις
παρφυγέειν
παρῴχωκε
πᾶς
πασάμην
πασιμέλουσα
View word page
πάρος
ShortDef
beforetime, formerly, erst
Paros
Debugging
Headword:
πάρος
Headword (normalized):
πάρος
Headword (normalized/stripped):
παρος
IDX:
7425
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7426
Key:
Data
{'content': ''}