Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
πάρθεσαν
παριαύω
παρίζω
παρίημι
παρίστημι
παρίσχω
παριών
παρκατέλεκτο
παρμέμβλωκε
παρμένω
πάροιθε
παροίτερος
παροίχομαι
πάρος
παρπεπιθών
παρστάς
παρτιθεῖ
παρφάσθαι
πάρφασις
παρφυγέειν
παρῴχωκε
View word page
πάροιθε
[*πάροι, locative adv.(cf. πάρος) + -θε 2.]
ShortDef
before, in the presence of
Debugging
Headword:
πάροιθε
Headword (normalized):
πάροιθε
Headword (normalized/stripped):
παροιθε
IDX:
7422
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7423
Key:
Data
{'content': '<p>[*πάροι, locative adv.(cf. πάρος) + -θε 2.]</p>'}