Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀνακηκίω
ἀνακλίνω
ἀνακοντίζω
ἀνακόπτω
ἀνακράζω
ἀνακτόριος
ἀνακυμβαλιάζω
ἀναλκείη
ἄναλκις
ἄναλτος
ἀναλύω
ἀναμαιμἀω
ἀναμάσσω
ἀναμένω
ἀναμετρέω
ἀναμιμνήσκω
ἀναμίμνω
ἀναμίσγω
ἀναμορμύρω
ἀνανεύω
ἄναντα
View word page
ἀναλύω

ἀλλύω

[ἀνα- 6, ἀλ-, ἀνα- 6.]

Pa. iterative ἀλλύεσκον Od. 19.150.

3 sing. -ε Od. 2.105, Od. 24.140.

ShortDef

to unloose, undo [ἀνα-]

Debugging

Headword:
ἀναλύω
Headword (normalized):
ἀναλύω
Headword (normalized/stripped):
αναλυω
IDX:
740
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.741
Key:

Data

{'content': '<p>ἀλλύω</p> <p>[ἀνα- 6, ἀλ-, ἀνα- 6.]</p> <p>Pa. iterative ἀλλύεσκον Od. 19.150.</p> <p>3 sing. -ε Od. 2.105, Od. 24.140.</p>'}