Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

παρέχω
παρεών
παρῆεν
παρηέρθη
παρήϊξε
παρήιον
παρήλασε
παρῆλθε
πάρημαι
παρηορίαι
παρήορος
παρήπαφε
παρήπαφε
παρῆσθα
παρθέμενοι
παρθενική
παρθένιος
παρθενοπίπης
παρθένος
πάρθεσαν
παριαύω
View word page
παρήορος

[παρ-, παρα- 2 + ἠορ-, ἀείρω. Hung on at the side, dangling loosely. Cf. συνήορος, τετράοροι.]

ShortDef

hanging

Debugging

Headword:
παρήορος
Headword (normalized):
παρήορος
Headword (normalized/stripped):
παρηορος
IDX:
7403
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7404
Key:

Data

{'content': '<p>[παρ-, παρα- 2 + ἠορ-, ἀείρω. Hung on at the side, dangling loosely. Cf. συνήορος, τετράοροι.]</p>'}