Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

παρέπλω
παρέρχομαι
πάρεσαν
παρέσσομαι
παρέσται
παρεστάμεναι
παρέστασαν
παρέστη
παρέστηκε
πάρεστι
παρέσφηλε
παρέτρεσσαν
παρευνάζω
παρέχω
παρεών
παρῆεν
παρηέρθη
παρήϊξε
παρήιον
παρήλασε
παρῆλθε
View word page
παρέσφηλε

3 sing. aor. παρασφάλλω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παρέσφηλε
Headword (normalized):
παρέσφηλε
Headword (normalized/stripped):
παρεσφηλε
IDX:
7390
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7391
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. παρασφάλλω.</p>'}