Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

παρέμμεναι
παρέξ
παρεξελαύνω-
παρεξέρχομαι
παρέξω
παρέπεισε
παρέπεμψε
παρέπλαγξε
παρέπλω
παρέρχομαι
πάρεσαν
παρέσσομαι
παρέσται
παρεστάμεναι
παρέστασαν
παρέστη
παρέστηκε
πάρεστι
παρέσφηλε
παρέτρεσσαν
παρευνάζω
View word page
πάρεσαν

3 pl. impf. πάρειμι1.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πάρεσαν
Headword (normalized):
πάρεσαν
Headword (normalized/stripped):
παρεσαν
IDX:
7382
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7383
Key:

Data

{'content': '<p>3 pl. impf. πάρειμι1.</p>'}