Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
παρέλθῃ
παρέλκω
παρέμεινε
παρέμμεναι
παρέξ
παρεξελαύνω-
παρεξέρχομαι
παρέξω
παρέπεισε
παρέπεμψε
παρέπλαγξε
παρέπλω
παρέρχομαι
πάρεσαν
παρέσσομαι
παρέσται
παρεστάμεναι
παρέστασαν
παρέστη
παρέστηκε
πάρεστι
View word page
παρέπλαγξε
3 sing. aor. παραπλάζω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
παρέπλαγξε
Headword (normalized):
παρέπλαγξε
Headword (normalized/stripped):
παρεπλαγξε
IDX:
7379
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7380
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. παραπλάζω.</p>'}