Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

παρελέξατο
παρελεύσεαι
παρέλθῃ
παρέλκω
παρέμεινε
παρέμμεναι
παρέξ
παρεξελαύνω-
παρεξέρχομαι
παρέξω
παρέπεισε
παρέπεμψε
παρέπλαγξε
παρέπλω
παρέρχομαι
πάρεσαν
παρέσσομαι
παρέσται
παρεστάμεναι
παρέστασαν
παρέστη
View word page
παρέπεισε

3 sing. aor. παραπείθω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παρέπεισε
Headword (normalized):
παρέπεισε
Headword (normalized/stripped):
παρεπεισε
IDX:
7377
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7378
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. παραπείθω.</p>'}