Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
παρέδραμον
παρέζομαι
παρέθηκα
παρειά
παρείη
παρείθη
πάρειμι
πάρειμι1
παρεῖπον
παρέξ
παρεκέσκετο
παρεκπροφεύγω
παρελαύνω
παρελέξατο
παρελεύσεαι
παρέλθῃ
παρέλκω
παρέμεινε
παρέμμεναι
παρέξ
παρεξελαύνω-
View word page
παρεκέσκετο
3 sing. pa. iterative παράκειμαι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
παρεκέσκετο
Headword (normalized):
παρεκέσκετο
Headword (normalized/stripped):
παρεκεσκετο
IDX:
7364
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7365
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. pa. iterative παράκειμαι.</p>'}