Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

παρατροπέω
παρατρωπάω
παρατυγχάνω
παραυδάω
παραφεύγω
παράφημι
παραφθάνω
παρβεβαώς
παρδαλέη
πάρδαλις
παρέασι
παρεδέξατο
παρέδραθε
παρέδραμον
παρέζομαι
παρέθηκα
παρειά
παρείη
παρείθη
πάρειμι
πάρειμι1
View word page
παρέασι

3 pl. πάρειμι1.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παρέασι
Headword (normalized):
παρέασι
Headword (normalized/stripped):
παρεασι
IDX:
7351
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7352
Key:

Data

{'content': '<p>3 pl. πάρειμι1.</p>'}