Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

παραπλήξ
παραπλώω
παραπνέω
παραρρητός
παρασταδόν
παρασταίης
παραστάς
παραστήσεσθαι
παρασφάλλω
παρασχέμεν
παρατεκταίνομαι
παρατίθημι
παρατρέπω
παρατρέχω
παρατρέω
παρατροπέω
παρατρωπάω
παρατυγχάνω
παραυδάω
παραφεύγω
παράφημι
View word page
παρατεκταίνομαι

[παρα- 5.]

2 sing. aor. opt. παρατεκτήναιο Od. 14.131.

3 sing. παρατεκτήναιτο Il. 14.54.

To make or order differently : οὐδέ κεν ἄλλως Ζεὺς αὐτὸς παρατεκτήναιτο (could help us) Il. 14.54 : ἔπος κε παρατεκτήναιο (tell a story differing from the truth, a cozening tale) Od. 14.131.

ShortDef

to work into another form

Debugging

Headword:
παρατεκταίνομαι
Headword (normalized):
παρατεκταίνομαι
Headword (normalized/stripped):
παρατεκταινομαι
IDX:
7336
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7337
Key:

Data

{'content': '<p>[παρα- 5.]</p> <p>2 sing. aor. opt. παρατεκτήναιο Od. 14.131.</p> <p>3 sing. παρατεκτήναιτο Il. 14.54.</p> <p>To make or order differently : οὐδέ κεν ἄλλως Ζεὺς αὐτὸς παρατεκτήναιτο (could help us) Il. 14.54 : ἔπος κε παρατεκτήναιο (tell a story differing from the truth, a cozening tale) Od. 14.131.</p>'}