Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

παραπέμπω
παραπλάζω
παραπλήξ
παραπλώω
παραπνέω
παραρρητός
παρασταδόν
παρασταίης
παραστάς
παραστήσεσθαι
παρασφάλλω
παρασχέμεν
παρατεκταίνομαι
παρατίθημι
παρατρέπω
παρατρέχω
παρατρέω
παρατροπέω
παρατρωπάω
παρατυγχάνω
παραυδάω
View word page
παρασφάλλω

[παρα- 4.]

3 sing. aor. παρέσφηλε.

ShortDef

to make an arrow glance aside

Debugging

Headword:
παρασφάλλω
Headword (normalized):
παρασφάλλω
Headword (normalized/stripped):
παρασφαλλω
IDX:
7334
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7335
Key:

Data

{'content': '<p>[παρα- 4.]</p> <p>3 sing. aor. παρέσφηλε.</p>'}