Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

παραιβάτης
παραιπεπίθῃσι
παραίσιος
παραΐσσω
παραιφάμενος
παραίφασις
παρακαταβάλλω
παρακαταλέγω
παράκειμαι
παρακλιδόν
παρακλίνω
παρακοίτης
παράκοιτις
παρακρεμάννυμι
παραλέγω
παραμείβω
παραμένω
παραμίμνω
παραμυθέομαι
παρανηνέω
παρανήχομαι
View word page
παρακλίνω

[παρα- 4.]

Aor. pple. παρακλίνας.

ShortDef

to bend

Debugging

Headword:
παρακλίνω
Headword (normalized):
παρακλίνω
Headword (normalized/stripped):
παρακλινω
IDX:
7310
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7311
Key:

Data

{'content': '<p>[παρα- 4.]</p> <p>Aor. pple. παρακλίνας.</p>'}