Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
παράθες
παραθήσομεν
παραί
παραιβάτης
παραιπεπίθῃσι
παραίσιος
παραΐσσω
παραιφάμενος
παραίφασις
παρακαταβάλλω
παρακαταλέγω
παράκειμαι
παρακλιδόν
παρακλίνω
παρακοίτης
παράκοιτις
παρακρεμάννυμι
παραλέγω
παραμείβω
παραμένω
παραμίμνω
View word page
παρακαταλέγω
[παρα- 2 + κατα- 1 + λέγω1.]
3 sing. aor. mid. παρκατέλεκτο (παρ-, παρα-)
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
παρακαταλέγω
Headword (normalized):
παρακαταλέγω
Headword (normalized/stripped):
παρακαταλεγω
IDX:
7307
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7308
Key:
Data
{'content': '<p>[παρα- 2 + κατα- 1 + λέγω1.]</p> <p>3 sing. aor. mid. παρκατέλεκτο (παρ-, παρα-)</p>'}