Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

παραείρω
παραθείμην
παράθες
παραθήσομεν
παραί
παραιβάτης
παραιπεπίθῃσι
παραίσιος
παραΐσσω
παραιφάμενος
παραίφασις
παρακαταβάλλω
παρακαταλέγω
παράκειμαι
παρακλιδόν
παρακλίνω
παρακοίτης
παράκοιτις
παρακρεμάννυμι
παραλέγω
παραμείβω
View word page
παραίφασις

πάρφασις

[παραι- 4 + φα-, φημί.]

Persuasion : ὀαριστὺς πάρφασις Il. 14.217 (winning dalliance). Cf. Il. 11.793= Il. 15.404.

ShortDef

persuasion

Debugging

Headword:
παραίφασις
Headword (normalized):
παραίφασις
Headword (normalized/stripped):
παραιφασις
IDX:
7305
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7306
Key:

Data

{'content': '<p>πάρφασις</p> <p>ἡ</p> <p>[παραι- 4 + φα-, φημί.]</p> <p>Persuasion : ὀαριστὺς πάρφασις Il. 14.217 (winning dalliance). Cf. Il. 11.793= Il. 15.404.</p>'}