Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

παραβλήδην
παραβλώσκω
παραβλώψ
παραγίγνομαι
παραδαρθάνω
παραδέχομαι
παραδραθέειν
παραδραμέτην
παραδράω
παραδύνω
παραείδω
παραείρω
παραθείμην
παράθες
παραθήσομεν
παραί
παραιβάτης
παραιπεπίθῃσι
παραίσιος
παραΐσσω
παραιφάμενος
View word page
παραείδω

[παρ-, παρα- 2.]

To sing beside or to.

With dat. : ἔοικά τοι παραείδειν Od. 22.348.

ShortDef

to sing beside

Debugging

Headword:
παραείδω
Headword (normalized):
παραείδω
Headword (normalized/stripped):
παραειδω
IDX:
7294
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7295
Key:

Data

{'content': '<p>[παρ-, παρα- 2.]</p> <p>To sing beside or to.</p> <p>With dat. : ἔοικά τοι παραείδειν Od. 22.348.</p>'}