Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
πάντῃ
πάντοθεν
παντοῖος
πάντοσε
πάντως
πανυπέρτατος
πανύστατος
πάππας
παππάζω
παπταίνω
πάρ
παρά
πάρα
παραβαίνω
παραβάλλω
παραβασκω
παραβλήδην
παραβλώσκω
παραβλώψ
παραγίγνομαι
παραδαρθάνω
View word page
πάρ
See παρά, πάρα.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πάρ
Headword (normalized):
πάρ
Headword (normalized/stripped):
παρ
IDX:
7278
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7279
Key:
Data
{'content': '<p>See παρά, πάρα.</p>'}