Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀνάγω
ἀναδέδρομε
ἀναδέρκομαι
ἀναδέσμη
ἀναδέχομαι
ἀναδύνω
ἀνάεδνος
ἀναείρω
ἀναθηλέω
ἀνάθημα
ἀναθήσει
ἀναθρῴσκω
ἀναίδεια
ἀναιδής
ἀναίμων
ἀναιμωτί
ἀναίνομαι
ἀναΐξας
ἀναιρέω
ἀναίσσω
ἀναίτιος
View word page
ἀναθήσει
3 sing. fut. ἀνατίθημι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀναθήσει
Headword (normalized):
ἀναθήσει
Headword (normalized/stripped):
αναθησει
IDX:
718
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.719
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. fut. ἀνατίθημι.</p>'}