Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

οὔλω
οὑμός
οὖν
οὕνεκα
οὔνεσθε
οὔνομα
οὐραῖος
οὐρανίωνες
οὐρανόθεν
οὐρανόθι
οὐρανομήκης
οὐρανός
ὀρεύς
οὐρή
οὐρίαχος
οὖρον
οὐρός
οὖρος1
οὖρος2
ὄρος
οὖς
View word page
οὐρανομήκης

[οὐρανός + μῆκος.]

ShortDef

high as heaven, shooting up to heaven, exceeding high

Debugging

Headword:
οὐρανομήκης
Headword (normalized):
οὐρανομήκης
Headword (normalized/stripped):
ουρανομηκης
IDX:
7160
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7161
Key:

Data

{'content': '<p>[οὐρανός + μῆκος.]</p>'}