Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
οὔλιος
οὐλοκάρηνος
οὐλόμενος
οὖλος1
οὖλος2
οὖλος3
οὐλοχύται
οὔλω
οὑμός
οὖν
οὕνεκα
οὔνεσθε
οὔνομα
οὐραῖος
οὐρανίωνες
οὐρανόθεν
οὐρανόθι
οὐρανομήκης
οὐρανός
ὀρεύς
οὐρή
View word page
οὕνεκα
[οὗ ἕνεκα.]
ShortDef
on which account, wherefore
Debugging
Headword:
οὕνεκα
Headword (normalized):
οὕνεκα
Headword (normalized/stripped):
ουνεκα
IDX:
7153
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7154
Key:
Data
{'content': '<p>[οὗ ἕνεκα.]</p>'}