Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀναβρόχω
ἀναγιγνώσκω
ἀναγκαίη
ἀναγκαῖος
ἀνάγκη
ἀναγνάμπτω
ἀναγνοίη
ἀνάγω
ἀναδέδρομε
ἀναδέρκομαι
ἀναδέσμη
ἀναδέχομαι
ἀναδύνω
ἀνάεδνος
ἀναείρω
ἀναθηλέω
ἀνάθημα
ἀναθήσει
ἀναθρῴσκω
ἀναίδεια
ἀναιδής
View word page
ἀναδέσμη

-ης, ἡ

[ἀνα- 6 + δεσ-, δέω.]

ShortDef

a band for the hair, a head-band

Debugging

Headword:
ἀναδέσμη
Headword (normalized):
ἀναδέσμη
Headword (normalized/stripped):
αναδεσμη
IDX:
711
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.712
Key:

Data

{'content': '<p>-ης, ἡ</p> <p>[ἀνα- 6 + δεσ-, δέω.]</p>'}