Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὀρύσσω
ὀρφανικός
ὀρφανός
ὀρφναῖος
ὄρχαμος
ὄρχατος
ὀρχέομαι
ὀρχηθμός
ὀρχηστήρ
ὀρχηστής
ὀρχηστύς
ὄρχος
ὄρωρε
ὀρώρει
ὀρώρει
ὀρώρεται
ὀρωρέχαται
ὅς1
ὅς
ὁσίη
ὅσος
View word page
ὀρχηστύς
ἡ
[ὀρχέομαι.]
ShortDef
the dance
Debugging
Headword:
ὀρχηστύς
Headword (normalized):
ὀρχηστύς
Headword (normalized/stripped):
ορχηστυς
IDX:
7099
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7100
Key:
Data
{'content': '<p>ἡ</p> <p>[ὀρχέομαι.]</p>'}