Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὁππόσος
ὁππότε
ὁππότερος
ὁπποτέρωθεν
ὅππως
ὀπταλέος
ὀπτάω
ὀπτήρ
ὀπτός
ὀπυίω
ὄπωπα
ὀπωπή
ὀπώρη
ὀπωρινός
ὅπως
ὁράω
ὄργυια
ὀρέγνυμι
ὀρεῖται
ὀρεκτός
ὀρέξω
View word page
ὄπωπα
pf. ὁρᾴω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὄπωπα
Headword (normalized):
ὄπωπα
Headword (normalized/stripped):
οπωπα
IDX:
7032
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7033
Key:
Data
{'content': '<p>pf. ὁρᾴω.</p>'}