Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὄνοσαι
ὀνόσαιτο
ὀνόσσεται
ὀνοστός
ὄντας
ὄνυξ
ὀξυβελής
ὀξυόεις
ὀξύς
ὀπάζω
ὄπατρος
ὀπάων
ὅπῃ
ὀπηδέω
ὀπίζομαι
ὄπιθε
ὀπιπεύω
ὄπις
ὄπισθεν
ὀπίσσω
ὀπίστατος
View word page
ὄπατρος

[ὀ = ἀ-2 + πατρ-, πατήρ.]

ShortDef

by the same father

Debugging

Headword:
ὄπατρος
Headword (normalized):
ὄπατρος
Headword (normalized/stripped):
οπατρος
IDX:
6995
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6996
Key:

Data

{'content': '<p>[ὀ = ἀ-2 + πατρ-, πατήρ.]</p>'}