Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὀνομάκλυτος
ὀνομαστός
ὀνόμηνε
ὄνος
ὄνοσαι
ὀνόσαιτο
ὀνόσσεται
ὀνοστός
ὄντας
ὄνυξ
ὀξυβελής
ὀξυόεις
ὀξύς
ὀπάζω
ὄπατρος
ὀπάων
ὅπῃ
ὀπηδέω
ὀπίζομαι
ὄπιθε
ὀπιπεύω
View word page
ὀξυβελής
[ὀξύς + βέλος. The force of the second element app. obscured.]
ShortDef
sharp-pointed
Debugging
Headword:
ὀξυβελής
Headword (normalized):
ὀξυβελής
Headword (normalized/stripped):
οξυβελης
IDX:
6991
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6992
Key:
Data
{'content': '<p>[ὀξύς + βέλος. The force of the second element app. obscured.]</p>'}