Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὁμοίϊος
ὁμοῖος
ὁμοιόω
ὁμοκλέω
ὁμοκλή
ὁμοκλητήρ
ὀμόργνυμι
ὁμός
ὁμόσε
ὄμοσ̔σ̓ε
ὁμοστιχάω
ὁμότιμος
ὁμοῦ
ὀμοῦμαι
ὁμοφρονέω
ὁμοφροσύνη
ὁμόφρων
ὁμόω
ὀμφαλόεις
ὀμφαλός
ὄμφαξ
View word page
ὁμοστιχάω

[ὁμοῦ + στιχ-, στείχω.]

ShortDef

walk together with

Debugging

Headword:
ὁμοστιχάω
Headword (normalized):
ὁμοστιχάω
Headword (normalized/stripped):
ομοστιχαω
IDX:
6947
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6948
Key:

Data

{'content': '<p>[ὁμοῦ + στιχ-, στείχω.]</p>'}