Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὀμεῖται
ὁμηγερής
ὁμηγυρίζομαι
ὁμήγυρις
ὁμηλικίη
ὁμῆλιξ
ὁμηρέω
ὁμιλαδόν
ὁμιλέω
ὅμιλος
ὀμίχλη
ὄμμα
ὄμνυμι
ὁμογάστριος
ὁμόθεν
ὁμοίϊος
ὁμοῖος
ὁμοιόω
ὁμοκλέω
ὁμοκλή
ὁμοκλητήρ
View word page
ὀμίχλη

-ης, ἡ.

ShortDef

mist, fog

Debugging

Headword:
ὀμίχλη
Headword (normalized):
ὀμίχλη
Headword (normalized/stripped):
ομιχλη
IDX:
6932
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6933
Key:

Data

{'content': '<p>-ης, ἡ.</p>'}