Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὅμαδος
ὁμαλός
ὁμαρτέω
ὁμαρτήδην
ὄμβρος
ὀμεῖται
ὁμηγερής
ὁμηγυρίζομαι
ὁμήγυρις
ὁμηλικίη
ὁμῆλιξ
ὁμηρέω
ὁμιλαδόν
ὁμιλέω
ὅμιλος
ὀμίχλη
ὄμμα
ὄμνυμι
ὁμογάστριος
ὁμόθεν
ὁμοίϊος
View word page
ὁμῆλιξ
-ικος
[ὁμός + ἧλιξ.]
ShortDef
of the same age
Debugging
Headword:
ὁμῆλιξ
Headword (normalized):
ὁμῆλιξ
Headword (normalized/stripped):
ομηλιξ
IDX:
6927
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6928
Key:
Data
{'content': '<p>-ικος</p> <p>[ὁμός + ἧλιξ.]</p>'}