Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

οἰόω
ὄϊς
ὀΐσατο
οἶσε
οἰσέμεν-1
οἰσέμεν-2
οἰσέμεναι
οἴσετε
οἶσέτω
οἶσθα
ὀϊσεθείς
ὀϊστεύω
ὀιστός
οἶστρος
οἰσύινος
οἴσω
οἶτος
οἰχνέω
οἴχομαι
οἰωνιστής
οἰωνοπόλος
View word page
ὀϊσεθείς

aor. pple. ὀϊομαι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὀϊσεθείς
Headword (normalized):
ὀϊσεθείς
Headword (normalized/stripped):
οισεθεις
IDX:
6865
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6866
Key:

Data

{'content': '<p>aor. pple. ὀϊομαι.</p>'}