Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὄγδοος
ὀγδώκοντα
ὄγκιον
ὄγκος
ὄγμος
ὄγχνη
ὁδαῖα
ὀδάξ
ὅδε
ὁδεύω
ὁδίτης
ὀσμή
ὁδοιπόριον
ὁδοιπόρος
ὁδός
ὀδούς
ὀδύνη
ὀδυνήφατος
ὀδύρομαι
ὀδύσσομαι
ὀδώδει
View word page
ὁδίτης

[ὁδός + ι-, εἶμι.]

ShortDef

a wayfarer, traveller

Debugging

Headword:
ὁδίτης
Headword (normalized):
ὁδίτης
Headword (normalized/stripped):
οδιτης
IDX:
6783
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6784
Key:

Data

{'content': '<p>ὁ</p> <p>[ὁδός + ι-, εἶμι.]</p>'}